Σε μια εποχή όπου οι μηχανές μαθαίνουν πιο γρήγορα απ’ ό,τι διδάσκουμε, το σχολείο μεταμορφώνεται σε πεδίο τεχνητής νοημοσύνης και αλγοριθμικής μάθησης. Μα τι σημαίνει εκπαίδευση όταν η γνώση αυτοματοποιείται και ποιος παραμένει αναντικατάστατος ο δάσκαλος ή το σύστημα που τον αντικαθιστά;
Σε μια εποχή όπου οι μηχανές μαθαίνουν πιο γρήγορα απ’ ό,τι διδάσκουμε, το σχολείο μεταμορφώνεται σε πεδίο τεχνητής νοημοσύνης και αλγοριθμικής μάθησης. Μα τι σημαίνει εκπαίδευση όταν η γνώση αυτοματοποιείται και ποιος παραμένει αναντικατάστατος ο δάσκαλος ή το σύστημα που τον αντικαθιστά;
Ο πίνακας δεν τρίζει πια, η κιμωλία δεν αφήνει σκόνη. Στη θέση της βρίσκεται μια οθόνη που δεν χρειάζεται ποτέ καθάρισμα κι ένας αλγόριθμος που δεν κουράζεται ποτέ να εξηγεί. Το σχολείο αλλάζει και μαζί του αλλάζει και η ίδια η έννοια της μάθησης. Η τεχνητή νοημοσύνη, αυτή η μεγάλη μηχανή μάθησης μπαίνει σιγά σιγά στις αίθουσες όχι πια ως εργαλείο, αλλά ως συνομιλητής και το ερώτημα που αναδύεται είναι αναπόφευκτο: ποιο είναι το μέλλον της εκπαίδευσης όταν ο μαθητής μπορεί να μάθει τα πάντα από μια μηχανή; Ή μήπως, ακριβώς τότε, αρχίζει η αληθινή παιδεία;
Η Τεχνητή Νοημοσύνη υπόσχεται ένα σχολείο πιο έξυπνο, πιο προσαρμοσμένο, πιο δίκαιο. Ο μαθητής δεν είναι πια ένας αριθμός σε ένα απρόσωπο σύστημα, αλλά ένα μοναδικό προφίλ που παρακολουθείται, αξιολογείται, ενισχύεται ακριβώς στα σημεία που χρειάζεται. Οι εφαρμογές προσαρμοστικής μάθησης, τα αυτόματα συστήματα ανατροφοδότησης, οι αλγόριθμοι που καταλαβαίνουν πότε κουράζεσαι ή χάνεις το ενδιαφέρον σου όλα αυτά συνθέτουν ένα εκπαιδευτικό περιβάλλον που μοιάζει ιδανικό. Ένα σχολείο που γνωρίζει τον μαθητή καλύτερα απ’ ό,τι ο ίδιος τον εαυτό του.
Μέσα σε αυτή τη νέα υπόσχεση της τεχνολογίας κρύβεται μια αμφιθυμία: τι σημαίνει μαθαίνω όταν όλα μου προσφέρονται με τέλεια ακρίβεια; Πού βρίσκεται η δημιουργική ασάφεια, το λάθος, η διαφωνία εκείνα τα στοιχεία που έδιναν στη μάθηση την ανθρώπινη διάστασή της; Ο αλγόριθμος δεν διστάζει, δεν μπερδεύεται, δεν παρεκκλίνει. Ο δάσκαλος όμως, μέσα από τα δικά του όρια, δίδασκε και κάτι άλλο: ότι η γνώση είναι διάλογος, όχι δεδομένο.
Η ΤΝ στην εκπαίδευση δεν είναι απλώς μια τεχνολογική καινοτομία, αποτελεί μια πολιτισμική μετατόπιση. Το σχολείο δεν είναι πια ο χώρος της μεταβίβασης, αλλά της διαμεσολάβησης. Ο μαθητής δεν χρειάζεται να θυμάται, γιατί η μνήμη έχει ανατεθεί σε μια βάση δεδομένων. Δεν χρειάζεται να ψάχνει, γιατί η απάντηση βρίσκεται ήδη εκεί και όμως ποτέ άλλοτε η ικανότητα του να σκέφτεσαι κριτικά, να αμφισβητείς, να συνθέτεις δεν ήταν πιο αναγκαία. Η πληροφορία είναι παντού, αλλά η κρίση, που την καθιστά γνώση, πουθενά.
Ο δάσκαλος λοιπόν δεν εξαφανίζεται, αλλάζει ο ρόλος τους. Από πομπός γνώσης, γίνεται οδηγός νοήματος. Από αυτός που μιλά, γίνεται εκείνος που ακούει, που παρατηρεί, που συνδέει. Σε έναν κόσμο όπου το Google γνωρίζει περισσότερα από κάθε εγκυκλοπαίδεια, ο ρόλος του δασκάλου είναι να θυμίζει στους μαθητές τι αξίζει να γνωρίζουν και γιατί. Το σχολείο του μέλλοντος δεν θα έχει λιγότερους δασκάλους θα έχει καλύτερα ερωτήματα.
Αλλά υπάρχει και ο φόβος. Ο φόβος ενός σχολείου που γίνεται απολύτως μετρήσιμο. Όπου κάθε βήμα, κάθε απάντηση, κάθε καθυστέρηση καταγράφεται, αναλύεται, αξιολογείται. Η εκπαίδευση, αυτό το πεδίο ελευθερίας κινδυνεύει να γίνει πεδίο επιτήρησης. Όταν η μάθηση γίνεται δεδομένο, ποιος ορίζει τι είναι επιτυχία και τι αποτυχία; Όταν η απόδοση μετριέται συνεχώς, ποιος θυμάται την απόλαυση της ανακάλυψης;
Η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να προσαρμόσει το μάθημα στο επίπεδο του κάθε μαθητή, αλλά μπορεί να του στερήσει το κοινό έδαφος τη συνάντηση, τη συλλογικότητα. Το σχολείο δεν είναι μόνο χώρος γνώσης, είναι χώρος κοινωνικότητας. Είναι εκεί όπου μαθαίνεις να είσαι με τους άλλους, να διαφωνείς, να μοιράζεσαι, να κατανοείς κι αυτά δεν διδάσκονται από αλγορίθμους. Η μηχανή μπορεί να σε μάθει να λύνεις μια εξίσωση, αλλά δεν μπορεί να σου μάθει να ακούς.
Κάθε τεχνολογική επανάσταση αλλάζει όχι μόνο το πώς μαθαίνουμε, αλλά και το τι θεωρούμε άξιο να μαθευτεί. Το σχολείο της ΤΝ ίσως πάψει να διδάσκει αποστήθιση, αλλά ίσως αρχίσει να διδάσκει υποταγή στη λογική της απόδοσης. Η εκπαίδευση θα πρέπει να αποφασίσει αν θέλει να φτιάχνει καλύτερα μυαλά ή πιο υπάκουα, γιατί η μηχανή όσο έξυπνη κι αν είναι παραμένει πάντα εργαλείο. Το ερώτημα είναι: στα χέρια ποιου;
Ο δάσκαλος του μέλλοντος ίσως να κρατάει ένα tablet αντί για βιβλίο, αλλά θα εξακολουθεί να έχει κάτι που η ΤΝ δεν μπορεί να προσομοιώσει: την ανθρώπινη παρουσία. Τη στιγμή που ένα παιδί αποτυγχάνει και κάποιος του λέει "ξαναπροσπάθησε". Τη στιγμή που μια σιωπή γεμίζει με κατανόηση. Η μάθηση δεν είναι μόνο πληροφορία είναι σχέση και η σχέση δεν μεταφέρεται με δεδομένα.
Το σχολείο του μέλλοντος θα είναι ένα πεδίο διαπραγμάτευσης μεταξύ μηχανής και ανθρώπου. Μια συνύπαρξη, όχι μια αντικατάσταση. Ο αλγόριθμος μπορεί να δείχνει τον δρόμο, αλλά δεν μπορεί να δώσει νόημα στη διαδρομή. Αυτό είναι έργο του ανθρώπου. Το μέλλον της εκπαίδευσης δεν θα κριθεί από το πόσο έξυπνες είναι οι μηχανές, αλλά από το πόσο σοφοί θα παραμείνουν οι άνθρωποι που τις χειρίζονται.
Μαθαίνοντας από μηχανές δεν σημαίνει παραδίδοντας το μυαλό μας. Σημαίνει μαθαίνοντας μαζί τους να χρησιμοποιούμε την ακρίβειά τους για να ανακαλύπτουμε τη δική μας αβεβαιότητα, να αφήνουμε τον αλγόριθμο να μας δείχνει το μονοπάτι, αλλά να κρατάμε το δικαίωμα να χαθούμε. Γιατί μόνο έτσι υπάρχει πραγματική γνώση: όταν κάτι μέσα μας αλλάζει, όχι απλώς όταν ένα σύστημα καταγράφει ότι "μάθαμε".
Το σχολείο του μέλλοντος ίσως δεν έχει θρανία. Ανάμεσα στην απάντηση που δίνει η μηχανή και στην ερώτηση που γεννά ο άνθρωπος, θα εξακολουθεί να υπάρχει χώρος για τον δάσκαλο όχι μόνο ως φορέα της γνώσης, αλλά ως φωνή της σοφίας και ίσως αυτή να είναι η αληθινή επανάσταση: να μάθουμε να ζούμε σε έναν κόσμο έξυπνων μηχανών χωρίς να ξεχάσουμε πως είναι να μαθαίνεις ανθρώπινα.