Η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να γράφει εκθέσεις, να παράγει εικόνες, να εξηγεί θεωρίες του Αριστοτέλη. Όμως σύμφωνα με το MIT, υπάρχει ένα τίμημα: όσο περισσότερο τη χρησιμοποιούμε, τόσο λιγότερο λειτουργεί ο εγκέφαλός μας. Κυριολεκτικά.


Κάποτε φοβόμασταν ότι τα ρομπότ θα μας πάρουν τη δουλειά. Τώρα φαίνεται ότι θα μας πάρουν και το μυαλό.

Μια νέα έρευνα από το Massachusetts Institute of Technology (MIT) αποκάλυψε κάτι που πολλοί υποψιάζονταν αλλά κανείς δεν ήθελε να πιστέψει: οι άνθρωποι που χρησιμοποιούν μεγάλα γλωσσικά μοντέλα (LLMs) όπως το ChatGPT δείχνουν λιγότερη εγκεφαλική δραστηριότητα, τόσο κατά τη χρήση όσο και μετά. Με άλλα λόγια, όσο περισσότερο αφήνεις την AI να σκεφτεί για σένα, τόσο λιγότερο θυμάσαι πώς να σκέφτεσαι εσύ.

Βασικό συμπέρασμα: Αν αφήσεις την τεχνητή νοημοσύνη να σκέφτεται για σένα για καιρό, ο εγκέφαλός σου ξεχνάει πώς να το κάνει.

Το πείραμα: τρεις ομάδες, τρεις εγκέφαλοι

Οι ερευνητές του MIT χώρισαν τους συμμετέχοντες σε τρεις ομάδες:

  • “Brain only”: χωρίς καμία τεχνολογική βοήθεια.
  • Google group: επιτρεπόταν η χρήση αναζήτησης.
  • AI group: είχαν πρόσβαση στο ChatGPT (οι επιστήμονες σημείωσαν ότι δεν είχε διαφορά αν χρησιμοποιούσαν άλλο μοντέλο).

Όλοι έπρεπε να γράψουν δοκίμια πάνω σε διάφορα θέματα. Εν τω μεταξύ, οι ερευνητές παρακολουθούσαν την εγκεφαλική τους δραστηριότητα μέσω EEG (ηλεκτροεγκεφαλογραφήματα), καταγράφοντας τα κύματα που αποκαλύπτουν πόσο “δουλεύει” ο εγκέφαλος.

Το αποτέλεσμα;
Όσο περισσότερη βοήθεια είχαν, τόσο λιγότερο δούλευε ο εγκέφαλος.
Οι “brain only” εμφάνισαν τις πιο ενεργές συνδέσεις και την υψηλότερη νευρική δραστηριότητα.
Οι “searchers” ήταν στη μέση.
Οι “AI users” (οι πρωταγωνιστές της εποχής μας, όλοι μας δηλαδή, μην κρυβόμαστε) εμφάνισαν τη μικρότερη γνωστική εμπλοκή.

Η «έκπτωση»: το σύνδρομο του «το έγραψε η AI, άρα δεν το θυμάμαι»

Το MIT μέτρησε κάτι ακόμα πιο ενδιαφέρον: αυτό που ονόμασε “ownership”, δηλαδή το πόσο ανήκει νοητικά ένα γραπτό στον συντάκτη του. Μετά τη συγγραφή, ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να ανακαλέσουν τι είχαν γράψει, να συνοψίσουν ή να παραθέσουν αποσπάσματα.

Τα αποτελέσματα ήταν αποκαρδιωτικά.
Οι “brain only” θυμούνταν τις βασικές ιδέες και τις διατυπώσεις.
Οι “Google users” θυμούνταν αποσπασματικά, αλλά μπορούσαν να περιγράψουν τη λογική τους.
Οι “AI users” σχεδόν δεν αναγνώριζαν τα δικά τους κείμενα. Ήταν σαν να τα είχε γράψει κάποιος άλλος.

Και ίσως όντως τα είχε γράψει κάποιος άλλος. Ή κάτι άλλο.

Ακόμα πιο ανησυχητικό; Τα δοκίμια της ομάδας του ChatGPT ήταν σχεδόν πανομοιότυπα μεταξύ τους. Στατιστικά ομοιογενή, με μικρές αποκλίσεις. Ήταν «καλά», «σωστά», «ρευστά». Και απόλυτα άψυχα. Ξέρω, κάτι σας θυμίζει αυτό.
Μια ολόκληρη τάξη ανθρώπων που παράγει κείμενα χωρίς να παράγει σκέψη.

Ο εγκέφαλος σε λειτουργία screensaver

Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι όσοι χρησιμοποιούσαν τεχνολογικά εργαλεία ενεργοποιούσαν περισσότερο τον οπτικό φλοιό: την περιοχή του εγκεφάλου που σχετίζεται με την παρακολούθηση οθονών.
Με απλά λόγια, οι χρήστες επικεντρώνονταν στο τι έβλεπαν να γράφεται, όχι στο τι σκεφτόντουσαν οι ίδιοι.

Η έρευνα το περιγράφει ευγενικά:

“The visual cortex was more active in AI users, suggesting a shift of cognitive engagement from generation to evaluation.”

Σε μετάφραση:
Σταματήσαμε να σκεφτόμαστε και αρχίσαμε να κρίνουμε αυτό που γράφει η μηχανή για εμάς.

Ο εγκέφαλος γίνεται θεατής του ίδιου του έργου του.

Αν αφήσεις την τεχνητή νοημοσύνη να σκέφτεται για σένα για καιρό, ο εγκέφαλός σου ξεχνάει πώς να το κάνει

Η πιο ενδιαφέρουσα φάση της έρευνας ήρθε αργότερα. Οι ερευνητές χώρισαν τους ίδιους συμμετέχοντες σε δύο νέες ομάδες:

  • Brain-to-LLM: όσοι ξεκίνησαν «μόνοι» - μετά τους επέτρεψαν να χρησιμοποιήσουν AI.
  • LLM-to-Brain: όσοι ξεκίνησαν με ChatGPT και μετά αναγκάστηκαν να γράψουν χωρίς αυτό.

Τα αποτελέσματα έδειξαν κάτι πολύ ανθρώπινο. Και πολύ τρομακτικό.

Η πρώτη ομάδα, οι “Brain-to-LLM”, παρουσίασε ενισχυμένη μνήμη και αυξημένη συνδεσιμότητα στον εγκέφαλο.
Είχαν δηλαδή πρώτα σκεφτεί, μετά χρησιμοποίησαν AI ως εργαλείο, όχι ως υποκατάστατο.

Η δεύτερη ομάδα, οι “LLM-to-Brain”, έδειξαν μειωμένη νευρωνική συνδεσιμότητα και χαμηλότερη ενεργοποίηση των δικτύων alpha και beta.
Μετά από μήνες χρήσης AI, δυσκολεύονταν να ξανασκεφτούν μόνοι τους.

Ή, όπως το γράφει το MIT με επιστημονική ψυχραιμία:

“The LLM group performed worse than their counterparts at all levels: neural, linguistic, and scoring.”

Με απλά λόγια:
Αν αφήσεις την τεχνητή νοημοσύνη να σκέφτεται για σένα για καιρό, ο εγκέφαλός σου ξεχνάει πώς να το κάνει.

Η ανατομία της νοητικής ατροφίας

Είναι ίσως η πρώτη φορά που μια τεχνολογία επιβεβαιώνεται επιστημονικά ως αναισθητικό της σκέψης.
Όχι γιατί μας εξαπατά, αλλά γιατί μας διευκολύνει.

Η AI δεν σε πείθει να σταματήσεις να σκέφτεσαι - απλώς το κάνει για σένα τόσο καλά που δεν χρειάζεται.
Είναι το νοητικό delivery: σκέψεις έτοιμες, χωρίς μαγείρεμα.

Και εδώ αρχίζει η κοινωνιολογική διάσταση.
Όταν μια γενιά μαθητών, φοιτητών, επαγγελματιών και δημιουργών μεγαλώνει με τη λογική «ας το γράψει η AI καλύτερα», τότε η ίδια η έννοια της σκέψης αλλάζει.
Σκέψη δεν σημαίνει πια προσπάθεια, σημαίνει παραγωγή περιεχομένου.

Η ψυχολογία της ευκολίας

Όπως η αριθμομηχανή μας έκανε να ξεχάσουμε τις νοερές πράξεις, το ChatGPT μας κάνει να ξεχάσουμε τη διανοητική διεργασία.
Όμως ενώ τα μαθηματικά έχουν μόνο μία σωστή απάντηση, η σκέψη έχει άπειρες.
Η δημιουργία νοήματος προϋποθέτει κόπο, συγκέντρωση, σύγκρουση.

Η ευκολία είναι εθιστική.
Ο εγκέφαλος μαθαίνει ότι δεν χρειάζεται να παλέψει.
Η AI προσφέρει ένα γνωστικό placebo: η ψευδαίσθηση ότι δημιουργείς, ενώ στην πραγματικότητα επιμελείσαι κάτι που δεν είναι δικό σου.

Μια νέα παγκόσμια γλώσσα: η γλώσσα της γενετικής ομοιομορφίας

Το MIT παρατήρησε ότι τα δοκίμια των χρηστών ChatGPT ήταν “statistically homogeneous”.
Αυτό σημαίνει ότι, παρά τη διαφορετική θεματολογία, οι εκφράσεις, οι δομές και οι αφηγήσεις έμοιαζαν.

Κάπως έτσι γεννιέται μια νέα παγκόσμια γλώσσα: η γλώσσα της γενετικής ομοιομορφίας.
Όλοι γράφουμε «σωστά», «δομημένα», «καλογραμμένα», «συνεκτικά».
Κανείς δεν γράφει παράξενα, στραβά, ανθρώπινα.

Αυτό που κάποτε ήταν το λάθος που μας ξεχώριζε, σήμερα είναι bug προς διόρθωση.

Η μοναξιά του (σχοινοβάτη) χρήστη

Πίσω από όλα αυτά υπάρχει και μια υπαρξιακή πτυχή.
Όταν μια μηχανή απαντά στις ερωτήσεις σου, σταδιακά παύεις να ρωτάς άλλους ανθρώπους.
Η AI γίνεται ο πιο πρόθυμος συνομιλητής. Και ο πιο ψυχρός.

Σταδιακά, η ανθρώπινη επικοινωνία χάνει τον ρυθμό της.
Δεν υπάρχει παύση, αμηχανία, ή η ανάγκη να πείσεις.
Η απάντηση έρχεται τέλεια, γρήγορα, καθαρά.
Και γι’ αυτό, νεκρά.

Όταν το Google γίνεται «μισό ChatGPT»

Η έρευνα του MIT δεν χαρίστηκε ούτε στις μηχανές αναζήτησης.
Οι χρήστες που έγραφαν με τη βοήθεια του Google εμφάνισαν λιγότερη γνωστική δραστηριότητα από τους “brain only”, αν και περισσότερο από τους “AI users”.
Με άλλα λόγια, η αναζήτηση βρίσκεται πια σε γκρίζα ζώνη.

Και καθώς οι ίδιες οι μηχανές ενσωματώνουν LLMs στα αποτελέσματα (όπως κάνει ήδη η Google, η Microsoft και σχεδόν κάθε major engine), η διαφορά μικραίνει επικίνδυνα.
Αν κάθε απάντηση είναι παραγόμενη από AI, τότε ολόκληρη η διαδικασία της μάθησης καταρρέει σε μια ψευδαίσθηση κατανόησης.

Η νέα νοητική οικολογία

Αυτό που περιγράφει ουσιαστικά το MIT είναι μια μεταβολή στη γνωστική οικολογία του ανθρώπου.
Η σκέψη μας δεν είναι πια ατομική, αλλά υβριδική.
Κάθε πρόταση που γράφουμε είναι προϊόν συνεργασίας ανθρώπου-μηχανής, ακόμη κι αν δεν το παραδεχόμαστε.

Αυτό δεν είναι κακό από μόνο του.
Αλλά γίνεται επικίνδυνο όταν το «υβριδικό» καταπιεί το «ανθρώπινο».

Η δημιουργικότητα δεν γεννιέται από την πληρότητα πληροφοριών, αλλά από την έλλειψή τους.
Από την απορία, την αβεβαιότητα, το λάθος.
Η AI είναι εξαιρετική στο να γεμίζει κενά. Αλλά χωρίς κενά, δεν υπάρχει λόγος να δημιουργήσεις.

Ηθικά ερωτήματα χωρίς επεξεργασία

Αν το AI μειώνει τη γνωστική δραστηριότητα, τότε ποιος αποφασίζει για τη χρήση της στην εκπαίδευση;
Στα σχολεία ήδη χρησιμοποιείται ως εργαλείο μάθησης.
Τι μαθαίνουν όμως οι μαθητές; Το αντικείμενο ή τη συντόμευσή του;

Το MIT προειδοποιεί:

“We observe a likely decrease in learning skills as a result of using AI as a replacement for human cognition.”

Το πρόβλημα δεν είναι η αντικατάσταση της ανθρώπινης εργασίας, αλλά της ανθρώπινης σκέψης.
Η βιομηχανική επανάσταση έφερε μηχανές που δούλευαν για εμάς.
Η ψηφιακή επανάσταση φέρνει μηχανές που σκέφτονται για εμάς.
Και κάπου ανάμεσα στις δύο, χαθήκαμε.

Το μέλλον: «σκέψου, αλλά όχι πολύ»

Η πιο ειρωνική διαπίστωση της έρευνας είναι ότι το AI έχει θετικά αποτελέσματα μόνο όταν έρχεται μετά τη σκέψη.
Αν πρώτα προσπαθήσεις να καταλάβεις κάτι μόνος σου, κι έπειτα χρησιμοποιήσεις ένα LLM για να εμπλουτίσεις, να διορθώσεις ή να επεκτείνεις, ο εγκέφαλος αντιδρά θετικά.

Με άλλα λόγια, η τεχνητή νοημοσύνη λειτουργεί ως συνεργάτης.
Όχι ως αφεντικό.

Το πρόβλημα είναι ότι οι περισσότεροι την αντιμετωπίζουν ως shortcut, όχι ως σκαλωσιά.
Αν το μέλλον της ανθρώπινης γνώσης είναι συνεργατικό, πρέπει να θυμηθούμε πώς να συνεργαζόμαστε χωρίς να παραδινόμαστε.

Η επικίνδυνη ηρεμία του «τέλειου». Ή πώς η ευφυϊα έγινε υπηρεσία.

Ίσως το πιο ανησυχητικό δεν είναι η μείωση της εγκεφαλικής δραστηριότητας, αλλά το γεγονός ότι δεν μας ενοχλεί.
Δεν νιώθουμε ότι χάνουμε κάτι.
Αντίθετα, νιώθουμε ανακούφιση.
Το ChatGPT είναι το πρώτο εργαλείο που μας κάνει να νιώθουμε έξυπνοι ενώ στην πραγματικότητα δεν είμαστε απαραίτητα ενεργοί.

Η ευφυΐα έγινε υπηρεσία.
Κι εμείς, οι συνδρομητές της.

Το ερώτημα πια δεν είναι αν η τεχνητή νοημοσύνη θα μας ξεπεράσει

Το MIT έβαλε το δάχτυλο στην πληγή, όχι για να μας φοβίσει, αλλά για να μας θυμίσει κάτι απλό:
Η σκέψη είναι μυς. Αν δεν τη χρησιμοποιείς, ατροφεί.

Και όπως έγραψε κάποτε ο McLuhan, «το μέσο είναι το μήνυμα».
Αν το μέσο μας είναι πλέον ένα LLM, τότε το μήνυμα είναι σαφές:
Η ευφυΐα έχει γίνει outsourcing.

Το ερώτημα πια δεν είναι αν η τεχνητή νοημοσύνη θα μας ξεπεράσει.
Το ερώτημα είναι αν θα μας μείνει διάθεση να προσπαθήσουμε να τη φτάσουμε.